του Ch. Guilluy
Η κοινωνική και πολιτιστική ανασφάλεια στην οποία έχουν βυθιστεί οι λαϊκές τάξεις οδηγεί σε μεγάλη πολιτική κρίση. Απέναντι στην αμφισβήτηση, η άρχουσα τάξη δεν έχει άλλη επιλογή παρά να τραβήξει το τελευταίο της όπλο, αυτό του αντιφασισμού. Σε αντίθεση με τον αντιφασισμό του περασμένου αιώνα, το ζήτημα εδώ δεν είναι ο αγώνας εναντίον ενός αυταρχικού ή μονοκομματικού καθεστώτος. Ο Παζολίνι, ήδη το 1974, ανέλυε τη νέα στρατηγική της αριστεράς, η οποία τότε εγκατέλειπε το κοινωνικό ζήτημα και σκηνοθετούσε έναν «ανώδυνο αντιφασισμό που επιτίθεται σε έναν αρχαϊκό φασισμό ο οποίος δεν υπάρχει πια και δεν θα υπάρξει ξανά» Το 1983, τη στιγμή που η γαλλική αριστερά ξεκινά τη φιλελεύθερη στροφή της και εγκαταλείπει τις λαϊκές τάξεις, δρομολογεί το μεγάλο κίνημα αντίστασης στον επερχόμενο φασισμό που έρχεται. Ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Jospin αναγνώρισε εκ των υστέρων ότι αυτός ο «αντιφασιστικός αγώνας στη Γαλλία ήταν θέατρο» και μάλιστα ότι «το Εθνικό Μέτωπο δεν ήταν ποτέ φασιστικό κόμμα». Δεν είναι τυχαίο ότι οι υποκινητές και οι χρηματοδότες του αντιρατσισμού και του αντιφασισμού είναι επίσης εκπρόσωποι του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου. Το «No pasarán» γίνεται η κραυγαλέα κραυγή των -οικονομικών ή πνευματικών- κυρίαρχων τάξεων, αριστερά και δεξιά. Οι ομάδες «antifa» στρατολογούν κυρίως νέους αποφοίτους πανεπιστημίων από την αστική τάξη.
Ο αντιφασισμός είναι πράγματι ένα μείζον όπλο ταξικού αγώνα. Προσδίδει ηθική υπεροχή σε απονομιμοποημένες ελίτ και υποβιβάζει κάθε κριτική των επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης σε μια φασιστική ή ρατσιστική παρεκτροπή. Για να είναι βιώσιμη όμως αυτή η στρατηγική απαιτεί την προώθηση του «φασιστικού εχθρού» και επομένως την υπέρμετρη προβολή του «Εθνικού Μετώπου» Σήμερα, επομένως, αγωνιζόμαστε ενάντια στον φασισμό, προωθώντας τον. Ένας «αγώνας μέχρι θανάτου» όπου κανείς δεν επιδιώκει να καταστρέψει τον αντίπαλο, αλλά να εξασφαλίσει τη μακροζωία του. Είναι πράγματι πολύ περίεργο που το κόμμα που είναι στην εξουσία, δεν θέτει εκτός νόμου ένα κόμμα που χαρακτηρίζεται «φασιστικό». Εκτός αν αυτοί οι νέοι παρτιζάνοι δεν έχουν πραγματικά στο στόχαστρο αυτό το [τότε] μικρό κόμμα, αυτή την «οικογενειακή ΜΜΕ», αλλά τις λαϊκές τάξεις ως σύνολο. Διότι το πρόβλημα είναι όχι ότι το «Εθνικό Μέτωπο» (FN) επηρεάζει τις λαϊκές τάξεις, αλλά το αντίθετο. Το FN είναι μόνο ένα σύμπτωμα ριζικής απόρριψης του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου εκ μέρους των λαϊκών τάξεων. Ο αντιφασισμός του σαλονιού δεν πολεμά το FN, αλλά το σύνολο των λαϊκών τάξεων που πρέπει να εκφασιστούν ώστε να απονομιμοποιηθεί ο τρόπος που αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα, τον οποίο και αποκαλούν «λαϊκισμό». Αυτός ο χαρακτηρισμός υποδηλώνει ότι οι απλοί άνθρωποι δεν έχουν την ικανότητα να αναλύουν τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης στην καθημερινότητα και ότι μπορούν εύκολα να χειραγωγούνται.
Το παραπάνω είναι απόσπασματα από το βιβλίο του Christophe Guilluy, « Le Crépuscule de la France d’en haut » (2014) μτφ herrk – πηγή
Το κείμενο πρέπει να διαβαστεί με κάποιες επιφυλάξεις ως προς πιθανές παρερμηνείες. Αφενός υπήρχαν και υπάρχουν φασιστικές ομάδες στη Γαλλία και το Εθνικό Μέτωπο υπήρξε μία από αυτές. Ωστόσο ο σημερινός ρόλος του είναι αυτός που αναφέρει ο συγγραφέας. Αφετέρου η Ελλάδα δεν είναι Γαλλία η δε Χρυσή Αυγή είναι σαφώς φασιστικό κόμμα. Ωστόσο ο ρόλος του κινήματος αντίφα είναι παρόμοιος.